Texts about Faliro

 

Φάληρο
Λορέντζος Μαβίλης (1860-1912)

Εἶχε ὅλα της τὰ μάγια ἡ νύχτα· μόνη
ἐσὺ ἔλειπες. Ἀργὰ κινάω νὰ φύγω,
μὰ ξάφνου στὴ μπασιὰ τοῦ μπὰρ ξανοίγω
αὐτοκίνητο νὰ γοργοζυγώνει.

M᾿ ἐλπίδα σταματάω. Νά το, πλακώνει.
Παραμερίζουν οἱ ἄλλοι. Ἄσειστος μπήγω
τὴ ματιά μου στὰ μάτια σου. Ἄλλο λίγο
ἀκόμα, καὶ ὁ σωφέρ σου μὲ σκοτώνει.

Ἀρχοντοπούλα μ᾿ ἄφταστα πρωτάτα,
μὲ τῶν Ἑφτὰ νησιῶν τὲς χίλιες χάρες,
τετράξανθη ὀμορφιὰ γαλανομάτα,

τοῦ θανάτου δὲ μ᾿ ἔπιασαν τρομάρες –
γλυκύτατες μ᾿ ἐλυώσανε λαχτάρες
νὰ συντριφτῶ κάτω ἀπὸ ἐσὲ στὴ στράτα.

*****

Στο Φάληρο
Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη (1905-1977)

Η πλήξη ψες μας είχε ξαναφέρει
στο Φάληρο, σε κάποιαν αμμουδιά,
ερωτικό μας άλλοτε λημέρι.
Πιο πέρα, μέσ’ στην έρημη βραδυά

πιασμένα τρυφερά, χέρι με χέρι,
δυο ερωτεμένα εκάθονταν παιδιά.
Μα εμάς του κάκου ζήταγε η καρδιά
παλιές χαρές στη θύμηση να φέρει.

Κι ως άρχιξε η ψυχρούλα να πληθαίνει
«τι θέμε, μού ‘πες, δω, τέτοιον καιρό;»
Κι εφύγαμε κι οι δυο μετανοιωμένοι.

Έκανε, αλήθεια, κρύο τσουχτερό
στ’ ακροθαλάσσι τη βραδυάν εκείνη.
Μα το ζευγάρι τ’ άλλο είχε απομείνει…

(Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, «Ώρες Αγάπης», Φλάμμα 1934)